Μισθός νοείται κάθε παροχή που δίνεται στους εργαζόμενους ως αντάλλαγμα της εργασίας τους. Δηλαδή κάθε αμοιβή σε χρήμα και σε είδος (π.χ. τροφή, κατοικία κλπ), η οποία καταβάλλεται τακτικά και μόνιμα, είτε ατομικής συμφωνίας ή της Συλλογικής Σύμβασης ή του Νόμου, είτε βάσει της κρατούσας συνήθειας όταν δεν υπάρχει ειδική συμφωνία. Όταν λέμε τακτικές αποδοχές εννοούμε το βασικό μισθό ή ημερομίσθιο, όλα τα επιδόματα, καθώς και κάθε άλλη χρηματική παροχή ή παροχή σε είδος που δίνει ο εργοδότης σε σταθερή και μόνιμη βάση ως αντάλλαγμα της εργασίας που παρέχει ο εργαζόμενος. Στις τακτικές αποδοχές μεταξύ άλλων περιλαμβάνονται τα επιδόματα αδείας, Δώρων Πάσχα και Χριστουγέννων, πολυετίας, οικογενειακά, ανθυγιεινής εργασίας, επικίνδυνης, επιστημονικό, διαχειριστικών λαθών, Κυριακής και νυκτερινής εργασίας, νόμιμης τακτικής υπερωριακής απασχόλησης, τροφής, κατοικίας, κάθε άλλη παροχή, εφ’ όσον καταβάλλεται τακτικά και νόμιμα.
Είδη Μισθού
Νόμιμος μισθός
Νόμιμος μισθός χαρακτηρίζεται αυτός που προβλέπεται από Νόμο, Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, Διαιτητική ή Υπουργική Απόφαση και αποτελεί τα κατώτατα όρια αποδοχών που υποχρεούται ο εργοδότης να καταβάλλει στους εργαζόμενους. Ειδικότερα ο νόμιμος μισθός αποτελείται από το βασικό μισθό και τα διάφορα επιδόματα, τα οποία επίσης προβλέπονται από Νόμο, ΣΣΕ, Διαιτητική ή Υπουργική Απόφαση.
Συμβατικός Μισθός
Συμβατικός μισθός, χαρακτηρίζεται αυτός που έχει καθοριστεί από την συμφωνία μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου στην ατομική τους σύμβαση εργασίας (γραπτή ή προφορική). Ο συμβατικός μισθός είναι πάντοτε μεγαλύτερος από το νόμιμο, διότι δεν μπορεί να υπολείπεται του κατώτατου ορίου νομίμου μισθού που καθορίζεται πλέον νομοθετικά. Κάθε αντίθετη ατομική συμφωνία για καταβολή μισθού μικρότερου του νομίμου είναι άκυρη και δεν ισχύει.
Ειθισμένος Μισθός
Ο ειθισμένος μισθός καταβάλλεται στον εργαζόμενο όταν δεν προκύπτει νόμιμος μισθός, είτε γιατί αυτός δεν έχει καθοριστεί, είτε γιατί στην περίπτωσή του δεν εφαρμόζεται η ισχύουσα συλλογική σύμβαση. Εάν αντίθετα ισχύει νόμιμος μισθός, δεν υπάρχει λόγος να αναζητηθεί ο ειθισμένος μισθός.
Ειθισμένος είναι ο μισθός που καταβάλλεται σε εργαζόμενους με την ίδια ειδικότητα, τα ίδια προσόντα, τις ίδιες ιδιότητες, στον ίδιο τόπο και για την ίδια εργασία.
Ο ειθισμένος μισθός, θα αντιστοιχεί σε εκείνον που προκύπτει από Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, στο βαθμό όμως που οι εργοδότες συνηθίζουν να τον καταβάλλουν στις αντίστοιχες περιπτώσεις, πράγμα που αποτελεί και τη συνηθέστερη εκδοχή.
Το ύψος του μισθού εξαρτάται από το είδος της εργασίας και την ειδικότητα με την οποία πράγματι απασχολείται ο εργαζόμενος. Τα γενικά κατώτατα όρια μισθών και ημερομισθίων καθορίζονται πλέον νομοθετικά (Ν.4093/2012). Για κλάδους και κατηγορίες εργαζομένων ή και για εργαζομένους ορισμένων επιχειρήσεων, είναι δυνατόν να συναφθούν μεταξύ των αντίστοιχων οργανώσεων εργοδοτών και εργαζομένων κλαδικές, επιχειρησιακές κλπ συμβάσεις εργασίας ή να υπάρξουν διαιτητικές αποφάσεις. Οι μισθοί και τα ημερομίσθια που καθορίζονται με τις συμβάσεις αυτές μπορεί να είναι ευνοϊκότεροι, αλλά ποτέ κατώτεροι από το νομοθετικά καθορισμένο νόμιμο κατώτατο μισθό ή ημερομίσθιο. Επίσης ευνοϊκότερες ρυθμίσεις μπορεί να καθοριστούν με ατομική συμφωνία μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου.
Χρόνος και Τρόπος Καταβολής
Χρόνος Καταβολής
Κατά το άρθρο 655 Α.Κ., αν δεν υπάρχει αντίθετη συμφωνία ή συνήθεια, ο μισθός καταβάλλεται μετά την παροχή της εργασίας και, αν υπολογίζεται κατά ορισμένα διαστήματα κατά τη διάρκεια της σύμβασης, καταβάλλεται στο τέλος καθενός από αυτά, ενώ σε κάθε περίπτωση μόλις λήξει η σύμβαση, γίνεται απαιτητός ο μισθός που αντιστοιχεί στο χρόνο έως τη λήξη. Ειδικότερα στη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, η διάταξη του άρθρου 655 Α.Κ. συμπληρώνεται με την 95/1949 Διεθνή Σύμβαση Εργασίας «περί προστασίας του ημερομισθίου», που κυρώθηκε με το Ν.3248/1955 και έχει αναγκαστικό χαρακτήρα. Σύμφωνα με το άρθρο 12 παρ.1 της εν λόγω ΔΣΕ, ο μισθός πρέπει να καταβάλλεται σε τακτά χρονικά διαστήματα (κάθε εβδομάδα-15νθήμερο-μήνα). Τα διαστήματα αυτά αν δεν υπάρχουν άλλες συμφωνίες που να τα καθορίζουν κατά τρόπο ικανοποιητικό, καθορίζονται με την εθνική νομοθεσία ή με συλλογικές συμβάσεις ή με αποφάσεις διαιτησίας.
Τρόπος Καταβολής
Σύμφωνα με το άρθρο 38 του Ν.4387/2016, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 51 του Ν.4611/2019, από 1.7.2016 κατέστη υποχρεωτική η καταβολή από τους εργοδότες των αποδοχών των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα αποκλειστικά στους τραπεζικούς λογαριασμούς των δικαιούχων μισθωτών. Η καταβολή των αποδοχών στους λογαριασμούς των δικαιούχων μισθωτών γίνεται με οποιονδήποτε τρόπο, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής ή πάροχων υπηρεσιών πληρωμών. Σε κάθε καταβολή θα πρέπει να αναφέρεται η αιτιολογία και το χρονικό διάστημα που αφορά.
Εκκαθαριστικά Σημειώματα Αποδοχών
Σύμφωνα με την παρ. 1 της υποπαρ. ΙΑ.5 του Ν.4254/2014, ο εργοδότης υποχρεούται κατά την εξόφληση των αποδοχών του προσωπικού να χορηγεί εκκαθαριστικό σημείωμα, ή σε περίπτωση εφαρμογής μηχανογραφικού συστήματος, ανάλυση μισθοδοσίας. Οι πάσης φύσεως αποδοχές του προσωπικού και οι επ’ αυτών κρατήσεις θα πρέπει να απεικονίζονται αναλυτικά. Δεν απαιτείται υπογραφή του εργαζόμενου σε αποδεικτικό χορήγησης του εκκαθαριστικού σημειώματος. Η παραβίαση της ανωτέρω υποχρέωσης του εργοδότη συνεπάγεται τις διοικητικές κυρώσεις του άρθρου 24 του Ν. 3996/2011, όπως ισχύει.
Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 5 του Ν.3227/2004, στους εργαζόμενους που με βάση συμφωνία με τον εργοδότη αμείβονται με ενιαίο συνολικό μισθό (κατ’ αποκοπή μισθός) ο εργοδότης υποχρεούται να χορηγεί σημείωμα στο οποίο να αναφέρονται ο ενιαίος συνολικός μισθός που έχει συμφωνηθεί και οι επ’ αυτού κρατήσεις, καθώς και αναλυτικά οι αποδοχές τις οποίες θα εδικαιούντο να λάβουν εάν αμείβονταν με βάση κλαδική ή επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση και οι επί των ανωτέρω αποδοχών κρατήσεις.
Καθυστέρηση Μισθού – Συνέπειες
Γενικά η άρνηση του εργοδότη να καταβάλει τον οφειλόμενο μισθό και ακόμα η καθυστέρηση πληρωμής του, παρέχει στον εργαζόμενο τα εξής δικαιώματα:
- Να απευθυνθεί στο αρμόδιο Τμήμα Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων του τόπου εργασίας του και να προβεί σε καταγγελία, επώνυμη ή ανώνυμη, ή να αιτηθεί τη διενέργεια εργατικής διαφοράς και τη μεσολάβηση της Υπηρεσίας.
- Να υποβάλλει μήνυση σε βάρος του εργοδότη στο οικείο αστυνομικό τμήμα.
- Να προβεί σε επίσχεση της εργασίας του, σύμφωνα με το άρθρο 325 Α.Κ.
- Να θεωρήσει την άρνηση ή την καθυστέρηση του μισθού ως βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας του και να καταγγείλει τη σύμβαση εργασίας, διεκδικώντας, εκτός από τις οφειλόμενες δεδουλευμένες αποδοχές, και την αναλογούσα αποζημίωση απολύσεως (άρθρο 56, Ν. 4487/2017). Σύμφωνα με το άρθρο 58 του Ν. 4635/2019 θεωρείται μονομερής βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας η πέραν των δύο (2) μηνών καθυστέρηση καταβολής των δεδουλευμένων αποδοχών του εργαζομένου από τον εργοδότη, ανεξαρτήτως της αιτίας της καθυστέρησης.
- Να επιδιώξει δικαστικώς την είσπραξη του μισθού, με άσκηση αγωγής ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων, είτε με την αίτηση για έκδοση διαταγής πληρωμής σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 48 του Ν. 4488/2017.
Αποδοχές – Αναγωγή Μισθού σε Ημερομίσθιο / Ωρομίσθιο
Ο μισθωτός που αμείβεται με μηνιαίο μισθό δικαιούται να λάβει κάθε μήνα το μισθό του, ανεξαρτήτως του αριθμού των εργασίμων ημερών του μηνός.
Ο μισθωτός που αμείβεται με ημερομίσθιο λαμβάνει κάθε μήνα τόσα ημερομίσθια, όσες είναι οι ημέρες που εργάστηκε κατά τον συγκεκριμένο μήνα, υπολογιζόμενης ως εργάσιμης και της 6ης ημέρας, στην περίπτωση της πενθήμερης απασχόλησης.
Επίσης δικαιούται κατά το άρθρο 2 του Ν. 3755/1957, να λάβει τα ημερομίσθια των εξαιρέσιμων εορτών του έτους κατά τις οποίες δεν εργάζεται.
Οι αποδοχές που καθορίζονται στις πάσης φύσεως Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, Διαιτητικές ή άλλες αποφάσεις αντιστοιχούν κατά κανόνα στις 40 ώρες εβδομαδιαίως και σε 6 ημέρες απασχολήσεως την εβδομάδα (εκτός αν ορίζεται κάτι το αντίθετο στο κείμενό τους), ακόμη κι αν για τους μισθωτούς τους οποίους αφορούν οι ρυθμίσεις αυτές έχει καθιερωθεί πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία.
Έτσι, στην περίπτωση που στις παραπάνω ρυθμίσεις καθορίζεται ημερομίσθιο, στους μισθωτούς οφείλονται κάθε εβδομάδα 6 ημερομίσθια και στην περίπτωση που καθορίζεται μηνιαίος μισθός, ο μισθός αυτός αντιστοιχεί και στην 6η ημέρα της κάθε εβδομάδας του μηνός.
Για την αναγωγή του μηνιαίου μισθού σε ημερομίσθιο διαιρείται ο μισθός αυτός δια 25. Ο υπολογισμός αυτός στηρίζεται στο ότι κατά μέσον όρο και κατά κανόνα, εξαιρουμένων των Κυριακών και λοιπών αργιών, οι εργαζόμενοι απασχολούνται επί 25 ημέρες ανά μήνα. Ο κανόνας αυτός στηρίζεται και σε διάφορες διατάξεις, όπως Υ.Α. 8900/46, 21091/46, 22825/51 και στο άρθρο 5 της ΕΓΣΣΕ 1975, κατά τις οποίες η αμοιβή μιας ημέρας αντιστοιχεί στο 1/25 του μισθού.
Αντιθέτως, για την αναγωγή του ημερομισθίου σε μηνιαίο μισθό, πολλαπλασιάζεται το ημερομίσθιο επί 26, διότι οι εργάσιμες ημέρες του μηνός για τον εργατοτεχνίτη, λαμβανομένων υπόψη και των εξαιρέσιμων εορτών κατά τις οποίες δικαιούται ημερομισθίου, είναι κατά μέσο όρο 26 (365 ημέρες αφαιρούμενων 52 Κυριακών = 313 εργάσιμες, δια των 12 μηνών = 26 ημέρες κατά μήνα)(Α.Π. 550/08).
Για την αναγωγή του ημερομισθίου σε ωρομίσθιο, πολλαπλασιάζεται το ημερομίσθιο επί 6 (ημέρες στις οποίες αντιστοιχεί η εβδομαδιαία αμοιβή) και διαιρείται με το 40 (ισχύον συμβατικό εβδομαδιαίο ωράριο) ή λιγότερο, σε περίπτωση ωραρίου μικρότερου του 40ώρου (ημερομίσθιο x 6 : ώρες εβδομαδιαίας απασχόλησης).
Για την αναγωγή του μισθού σε ωρομίσθιο διαιρούνται τα 6/25 του μηνιαίου μισθού με τις 40 ώρες του ισχύοντος συμβατικού ωραρίου ή λιγότερες, εφόσον ισχύει μικρότερο ωράριο (μισθός : 25 x 6 : 40).